ΕΜΕΙΣ μια ταινία για τον Bloody Hawk και ένα πιάτο μακαρόνια


Τι κοινό μπορεί να έχει ένας άνθρωπος γεννημένος το 1977 με έναν άνθρωπο που γεννήθηκε το 1995; Πέρα από το γεγονός ότι έχουμε το ίδιο ζώδιο, ουσιαστικά τίποτα.
Μόλις βγήκα από την αίθουσα όπου είδα το: «ΕΜΕΙΣ» μια ταινία για τον Bloody Hawk.
Δεν είδα «απλά μια αυτοβιογραφική ταινία».
Όχι ακριβώς μουσική ταινία.
Είδα μια γροθιά σε όλους αυτούς που λέγανε «ναι καλά σιγά και μη τα καταφέρει» με μουσική υπόκρουση.
Ήταν ο Bloody Hawk κι ήμουν εγώ.
Ήμασταν Εμείς! (που δεν θα πεθάνουμε ποτέ)
Όχι οι πολλοί, που κάνουν φασαρία.
Οι άλλοι… οι ήσυχοι.
Αυτοί που μιλάνε λίγο, αλλά όταν μιλάνε, να προσέχεις.
«Έγινα κατανοητός;»
Ο κόσμος θέλει να του μιλάς με εικόνα και beat, με λέξεις και ψυχή. Θέλει κάτι που να παίζει στο background όσο ξεφλουδίζει μανταρίνια, κάτι που να τον κάνει να σταματήσει να αναπνέει για να το ακούσει.
Και ο Bloody είναι αστικός λυρισμός.
Και μάλιστα από τους αυθεντικούς. Αυτούς που γράφουν για να επικοινωνήσουν, όχι για να «παραχθούν». Είναι αφήγηση, συναίσθημα, γεύση, περιγραφή, χαμένα όνειρα, όχι ηχητικό εφέ με emoji. Και ΟΚ το κοινό του μπορεί να μην είναι οι πολλοί.(Άραγε;)
Αλλά όσοι είναι, τον νιώθουν πραγματικά.
Ένα παιδί από τα κάτω που δεν πήγε ποτέ να μιμηθεί τους πάνω.
Δεν χρειάστηκε καν. Γιατί είχε να πει πράγματα. Όχι να ποζάρει.
Και ναι, Ο Νικόλας Κίτσος, παιδί της κρίσης, άνθρωπος της αβεβαιότητας, του “τι θα γίνει αύριο”.
Μίλησε μέσα σε μια δισκογραφία και σε μια αυτοβιωματική ταινία για ό,τι νιώσαμε αλλά δεν είχαμε λέξεις να πούμε.
Για μας που η ζωή δεν μας φίλησε στο μέτωπο, αλλά μας έριξε φάπες με φόντο: φτώχια, παρανοϊκές ειδήσεις και παρακμή.
Για τους Gen Z που νιώθουν χαμένοι.
Για τους Millenials που παλεύουν να σταθούν.
Και τέλος για εμάς, τους Gen X, που μας τάξανε μέλλον και μας έδωσαν στεγνή επιβίωση.
Και τα έκανε όλα αυτά με φωνή χαμηλή, όχι ουρλιαχτό.
Ο Bloody ποτέ δεν πούλαγε "εικόνα", πούλαγε αλήθεια.
Γι’ αυτό και δεν είναι μόδα.
Είναι φωνή.
Πεισματάρης όσο δεν πάει. Ανταγωνιστικός, Υπομονετικός. Αυθεντικός. Έχτισε την ιστορία του κομματάκι κομματάκι και έφτασε στο σημείο που έχει φτάσει (λογικά έχει και άλλο είμαι σίγουρος ότι αυτό το ανήσυχο πνεύμα δεν θα ησυχάσει ποτέ)
Αν περιμένεις δράμα, δεν έχει, αλλά αν έχεις ακούσει έστω και 2 τραγούδια του θα πειστείς πως όλα μα όλα είναι τα βιώματα του και τίποτα δεν είναι γραμμένο στην τύχη. Όλα μιλάνε σε κάτι, για κάτι, σε κάποιον για κάποιον.
Και τώρα που γύρισα σπίτι, έβαλα νερό να βράζει.
Όχι τίποτα περίεργο.
Μακαρόνια.
Τα πιο απλά.
Όπως αυτά που τρώγαμε όταν δεν υπήρχε τίποτα άλλο, αλλά πάντα κάτι μαγειρευόταν.
Όταν η φτώχεια ήθελε φαντασία και όχι ντροπή.
Τα μακαρόνια ήταν πάντα εκεί. Όπως κι εμείς.
Και ο Bloody — όσο κι αν σου φανεί περίεργο — έχει συνδεθεί με αυτά.
Γιατί τα κουβαλάμε μέσα μας.
Γιατί τα μακαρόνια δεν είναι απλά φαγητό.
Είναι το πρώτο πράγμα που έμαθες να μαγειρεύεις.
Το comfort food σου.
Το "πάμε απ’ την αρχή".
Το "έχω λίγο χρόνο, λίγη ενέργεια, αλλά ακόμα υπάρχω".
Γιατί όπως κι αυτός, έτσι κι εμείς,
την παλέψαμε με λίγα και ζεστά.
Ένα πιάτο μακαρόνια. Ένα καλό beat.
Και μια φωνή που λέει την αλήθεια.
Αυτό ήταν πάντα αρκετό.
ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ ΝΑΠΟΛΙΤΕΝ

Υλικά:
1 πακέτο σπαγγέτι Νο 6
2 κρεμμύδια μέτρια, ψιλοκομμένα
400 gr. κονκασέ
1 κ.γ. μουστάρδα
½ φλ. μαϊντανό ψιλοκομμένο
½ κ.γ. ζάχαρη
2 κ.σ. κρασί λευκό
1 φλ. λάδι
1 κ.σ. βούτυρο
150 gr. παρμεζάνα
αλάτι, πιπέρι


Εκτέλεση:
Σε μία κατσαρόλα τσιγαρίζουμε το κρεμμύδι με το λάδι. Προσθέτουμε την ντομάτα με τη μουστάρδα, τη ζάχαρη, το κρασί, το βούτυρο, το αλάτι και το πιπέρι και αφήνουμε τη σάλτσα να βράσει σε σιγανή φωτιά. Λίγο πριν πήξει, προσθέτουμε το μαϊντανό. Βράζουμε τα μακαρόνια σύμφωνα με τις οδηγίες του πακέτου και τα σερβίρουμε με τη σάλτσα και την τριμμένη παρμεζάνα.    

*Bloody ελπίζω κάποτε να δεις αυτό το Post


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις