Ο Βασιλιάς του Τίποτα και το κοινό που δεν έχει ιδέα
Γράφει ο Γιάννης, ο μάγειρας που αγαπά τη σκηνή — είτε
έχει φώτα, είτε κουζίνες είτε είναι αίθουσα διδασκαλίας είτε είναι εργαστήριο
με μαθητές.
Χθες πήγα να και είδα τον Θοδωρή Αδαμάκο στο “Θέατρο Πήγασος”στην Κατερίνη.
Δεν ήταν sold out, πράγμα που με λύπησε και το κοινό… ας το πούμε ευγενικά: ήταν λίγο της επαρχίας.
Δηλαδή άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να γελάνε μόνο όταν κάποιος τρώει τούμπα στο δρόμο ή όταν ακούνε βρισιά σε πανηγύρι.
Και εκεί, πάνω στη σκηνή, ένας τύπος μόνος του, χωρίς μπάντα, χωρίς playback, χωρίς κανένα δίχτυ ασφαλείας, να προσπαθεί να τους μιλήσει με αλήθεια, ειρωνεία και σκοτάδι, μαύρο χιούμορ, καλό, κακό, γενικά να αλληλεπιδράσει μαζί μας.
Αυτό από μόνο του θέλει @@.
Γιατί η σκηνή, όποια κι αν είναι — θεατρική, κουζίνα, αίθουσα διδασκαλίας — είναι μέτωπο.
Κάθε φορά που ανεβαίνεις, δεν ανεβαίνει μόνο η φωνή σου· ανεβαίνει κι ό,τι κουβαλάς. Και ο κόσμος, δυστυχώς, δεν είναι πάντα έτοιμος να το δεχτεί.
Ο Αδαμάκος μπήκε σίφουνας με φόρα, με νεύρο, με αλήθεια. Στο δεύτερο μέρος σαν να ένιωσα να βαραίνει, να κουράζεται λίγο. Ίσως να κουράστηκε απ’ την άγνοια, απ’ τα άδεια βλέμματα.
Αλλά δεν λύγισε. Γιατί αυτοί οι καλλιτέχνες δεν φτιάχτηκαν για να τους χειροκροτούν· φτιάχτηκαν για να τους καταλαβαίνουν.
Εγώ που με ξες, μεγάλωσα με Χάρρυ Κλυνν και Τζίμη Πανούση.
Τότε που το stand up δεν λεγόταν έτσι, λεγόταν “να λες τα πράγματα όπως είναι”.
Πριν γίνει “περφόρμανς”, ήταν αντίσταση.
Κι αυτοί οι άνθρωποι, όπως και ο Αδαμάκος σήμερα, “σφάζουν με τα λόγια”.
Το κοινό της επαρχίας όμως θέλει εκπαίδευση.
Όχι γιατί είναι χαζό — απλά γιατί δεν του έμαθε κανείς ότι το χιούμορ δεν είναι μόνο να γελάς, αλλά να σκέφτεσαι ενώ γελάς.
Και μέσα σε όλα, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως μεγάλο πρόβλημα είναι που υπάρχει κι αυτό το cancel culture. Που παραμονεύει παντού σαν κάμερα 24/7
Μια λάθος λέξη, μια άβολη φράση, ένα “αστείο που δεν έπρεπε να ειπωθεί”, και σε τρώνε ζωντανό.
Έχουμε γίνει κοινωνία ταμπελών στην προσπάθειά μας να αποτινάξουμε τις ταμπέλες.
Και κάπου εκεί, χάνεται το γέλιο.
Γιατί αν φοβάσαι να γελάσεις, τελικά φοβάσαι να ζήσεις.
Ο Θοδωρής — κι όσοι είναι σαν κι αυτόν — δεν χαϊδεύουν αυτιά.
Και γι’ αυτό πρέπει να τους στηρίζουμε.
Αυτούς που τολμούν να ανέβουν εκεί πάνω, γυμνοί από άμυνες, μπροστά σε ένα κοινό που άλλοτε γελά, άλλοτε κρίνει, άλλοτε απλώς κοιτάει το κινητό του.
Γιατί κάθε σκηνή είναι πυρά, και κάθε φορά που ανεβαίνεις εκεί πάνω —
είτε είσαι μάγειρας, είτε κωμικός, είτε άνθρωπος που απλώς προσπαθεί να πει κάτι αληθινό —
γίνεσαι λίγο Βασιλιάς του Τίποτα
*Ο Θοδωρής Αδαμάκος είναι από τους νέους stand up
comedians που χτίζουν σιγά σιγά μια δυνατή, αυθεντική σκηνική παρουσία στην
ελληνική σκηνή.
Ο Θοδωρής Αδαμάκος ασχολείται από το 2019 με το stand up comedy ξεκινώντας ερασιτεχνικά από τα open mics της Αθήνας και παίζοντας επαγγελματικά από το 2020.
Έχει συμμετάσχει σε 3 πανελλαδικές περιοδείες μαζί με Σπήλιο Φλώρο & Στέλιο Ανατολίτη, ενώ παράλληλα παρουσιάζει την double bill stand up comedy παράσταση του μαζί με το Χρήστο Πέτρου.
Παράλληλα με τα παραπάνω, παρουσιάζει το podcast “ΡΟΚΣΤΑΡΙΛΙΚΙΑ” μαζί με το Χρήστο Πέτρου στο κανάλι του στο YouTube που έχει σχεδόν 14k συνδρομητές. Το podcast μετρά συνολικά πάνω από 150k views αυτή τη στιγμή.
Τέλος το 2023 βιντεοσκόπησε το πρώτο του stand up comedy special με τίτλο “ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ” όπου βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο YouTube με περίπου 200k προβολές.
Η πιο πρόσφατη solo παράστασή του, “Ο Βασιλιάς του Τίποτα”, συνδυάζει χιούμορ, υπαρξιακό κυνισμό και κοινωνική παρατήρηση. Δεν “χαϊδεύει” το κοινό· το προκαλεί να γελάσει εκεί που νιώθει άβολα.
Έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους πιο “ειλικρινείς και ωμούς” εκπροσώπους της νέας γενιάς του ελληνικού stand up.
Χθες πήγα να και είδα τον Θοδωρή Αδαμάκο στο “Θέατρο Πήγασος”στην Κατερίνη.
Δεν ήταν sold out, πράγμα που με λύπησε και το κοινό… ας το πούμε ευγενικά: ήταν λίγο της επαρχίας.
Δηλαδή άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να γελάνε μόνο όταν κάποιος τρώει τούμπα στο δρόμο ή όταν ακούνε βρισιά σε πανηγύρι.
Και εκεί, πάνω στη σκηνή, ένας τύπος μόνος του, χωρίς μπάντα, χωρίς playback, χωρίς κανένα δίχτυ ασφαλείας, να προσπαθεί να τους μιλήσει με αλήθεια, ειρωνεία και σκοτάδι, μαύρο χιούμορ, καλό, κακό, γενικά να αλληλεπιδράσει μαζί μας.
Αυτό από μόνο του θέλει @@.
Γιατί η σκηνή, όποια κι αν είναι — θεατρική, κουζίνα, αίθουσα διδασκαλίας — είναι μέτωπο.
Κάθε φορά που ανεβαίνεις, δεν ανεβαίνει μόνο η φωνή σου· ανεβαίνει κι ό,τι κουβαλάς. Και ο κόσμος, δυστυχώς, δεν είναι πάντα έτοιμος να το δεχτεί.
Ο Αδαμάκος μπήκε σίφουνας με φόρα, με νεύρο, με αλήθεια. Στο δεύτερο μέρος σαν να ένιωσα να βαραίνει, να κουράζεται λίγο. Ίσως να κουράστηκε απ’ την άγνοια, απ’ τα άδεια βλέμματα.
Αλλά δεν λύγισε. Γιατί αυτοί οι καλλιτέχνες δεν φτιάχτηκαν για να τους χειροκροτούν· φτιάχτηκαν για να τους καταλαβαίνουν.
Εγώ που με ξες, μεγάλωσα με Χάρρυ Κλυνν και Τζίμη Πανούση.
Τότε που το stand up δεν λεγόταν έτσι, λεγόταν “να λες τα πράγματα όπως είναι”.
Πριν γίνει “περφόρμανς”, ήταν αντίσταση.
Κι αυτοί οι άνθρωποι, όπως και ο Αδαμάκος σήμερα, “σφάζουν με τα λόγια”.
Το κοινό της επαρχίας όμως θέλει εκπαίδευση.
Όχι γιατί είναι χαζό — απλά γιατί δεν του έμαθε κανείς ότι το χιούμορ δεν είναι μόνο να γελάς, αλλά να σκέφτεσαι ενώ γελάς.
Και μέσα σε όλα, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως μεγάλο πρόβλημα είναι που υπάρχει κι αυτό το cancel culture. Που παραμονεύει παντού σαν κάμερα 24/7
Μια λάθος λέξη, μια άβολη φράση, ένα “αστείο που δεν έπρεπε να ειπωθεί”, και σε τρώνε ζωντανό.
Έχουμε γίνει κοινωνία ταμπελών στην προσπάθειά μας να αποτινάξουμε τις ταμπέλες.
Και κάπου εκεί, χάνεται το γέλιο.
Γιατί αν φοβάσαι να γελάσεις, τελικά φοβάσαι να ζήσεις.
Ο Θοδωρής — κι όσοι είναι σαν κι αυτόν — δεν χαϊδεύουν αυτιά.
Και γι’ αυτό πρέπει να τους στηρίζουμε.
Αυτούς που τολμούν να ανέβουν εκεί πάνω, γυμνοί από άμυνες, μπροστά σε ένα κοινό που άλλοτε γελά, άλλοτε κρίνει, άλλοτε απλώς κοιτάει το κινητό του.
Γιατί κάθε σκηνή είναι πυρά, και κάθε φορά που ανεβαίνεις εκεί πάνω —
είτε είσαι μάγειρας, είτε κωμικός, είτε άνθρωπος που απλώς προσπαθεί να πει κάτι αληθινό —
γίνεσαι λίγο Βασιλιάς του Τίποτα
Ο Θοδωρής Αδαμάκος ασχολείται από το 2019 με το stand up comedy ξεκινώντας ερασιτεχνικά από τα open mics της Αθήνας και παίζοντας επαγγελματικά από το 2020.
Έχει συμμετάσχει σε 3 πανελλαδικές περιοδείες μαζί με Σπήλιο Φλώρο & Στέλιο Ανατολίτη, ενώ παράλληλα παρουσιάζει την double bill stand up comedy παράσταση του μαζί με το Χρήστο Πέτρου.
Παράλληλα με τα παραπάνω, παρουσιάζει το podcast “ΡΟΚΣΤΑΡΙΛΙΚΙΑ” μαζί με το Χρήστο Πέτρου στο κανάλι του στο YouTube που έχει σχεδόν 14k συνδρομητές. Το podcast μετρά συνολικά πάνω από 150k views αυτή τη στιγμή.
Τέλος το 2023 βιντεοσκόπησε το πρώτο του stand up comedy special με τίτλο “ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ” όπου βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο YouTube με περίπου 200k προβολές.
Η πιο πρόσφατη solo παράστασή του, “Ο Βασιλιάς του Τίποτα”, συνδυάζει χιούμορ, υπαρξιακό κυνισμό και κοινωνική παρατήρηση. Δεν “χαϊδεύει” το κοινό· το προκαλεί να γελάσει εκεί που νιώθει άβολα.
Έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους πιο “ειλικρινείς και ωμούς” εκπροσώπους της νέας γενιάς του ελληνικού stand up.
![]() |
ΜΠΙΦΤΕΚΙΑ ΜΕ ΠΑΤΑΤΕΣ ΣΤΟ ΦΟΥΡΝΟ — “ΜΑΜΑΔΙΣΤΙΚΑ”
Υλικά (για 4 άτομα)
Για τα μπιφτέκια:
- 500 γρ. κιμά μοσχαρίσιο (σπάλα
ή λάπα, με λίγο λίπος)
- 250 γρ. κιμά χοιρινό (για
νοστιμιά και υφή)
- 2 φέτες ψωμί του τοστ ή
μπαγιάτικο ψωμί χωρίς κόρα
- ½ φλιτζάνι γάλα ή νερό
- 1 μεγάλο κρεμμύδι τριμμένο
- 1 σκελίδα σκόρδο λιωμένη
- 1 αυγό
- 2 κ.σ. ελαιόλαδο
- 1 κ.σ. ξύδι
- 1 κ.γ. ρίγανη
- 1 κ.γ. πάπρικα γλυκιά (ή μισή
καυτερή αν το σηκώνει ο ουρανίσκος)
- Αλάτι & φρεσκοτριμμένο
πιπέρι
- 1 χούφτα μαϊντανό ψιλοκομμένο
(προαιρετικά)
Για τις
πατάτες:
- 6 μέτριες πατάτες κομμένες
κυδωνάτες
- ½ φλιτζάνι ελαιόλαδο
- Χυμός 1 λεμονιού
- 1 κ.γ. ρίγανη
- Αλάτι, πιπέρι
- ½ φλιτζάνι νερό ή ζωμό
λαχανικών
Εκτέλεση:
- Μουσκεύουμε το ψωμί στο γάλα ή στο νερό και το
στραγγίζουμε καλά.
- Σε μεγάλο μπολ, ανακατεύουμε
όλα τα υλικά του κιμά — θέλει δουλειά με το χέρι, τουλάχιστον 5 λεπτά,
να “δέσει” το μείγμα.
Επαγγελματικό tip: Αν ο κιμάς ζυμώνεται σωστά, αρχίζει να κολλά ελαφρά στα δάχτυλα, αυτό δείχνει ότι ενεργοποιήθηκε η πρωτεΐνη. - Καλύπτουμε και το αφήνουμε
στο ψυγείο για τουλάχιστον 30 λεπτά να δέσουν τα αρώματα.
- Στο μεταξύ, ετοιμάζουμε τις
πατάτες: τις ανακατεύουμε με το λάδι, το λεμόνι, τη ρίγανη, το αλάτι
και το πιπέρι.
- Τις απλώνουμε σε μεγάλο ταψί,
ρίχνουμε το νερό και ψήνουμε στους 200°C για 25 λεπτά μέχρι να
αρχίσουν να ροδίζουν.
- Πλάθουμε τα μπιφτέκια (όχι πολύ παχιά, γύρω στο 2
εκατοστά) και τα ακουμπάμε ανάμεσα στις πατάτες.
- Ψήνουμε άλλα 35–40 λεπτά
στους 190°C, μέχρι να ροδίσουν και να μείνουν με λίγο λαδάκι.
Μυστικό: Μπορείς να γυρίσεις τα μπιφτέκια στη μέση του ψησίματος για να πάρουν χρώμα κι από τις δύο πλευρές. - Τα αφήνουμε να “ξεκουραστούν”
10 λεπτά πριν το σερβίρισμα — εκεί είναι που βγάζουν όλο το άρωμα τους.
Tips του
μάγειρα
- Αν η μαμά σου έβαζε λίγο κύμινο
ή δυόσμο, βάλε κι εσύ. Αυτά είναι τα “γονίδια” της συνταγής.
- Αν έχεις ζωμό κότας, ρίξε λίγο
αντί για σκέτο νερό στο ταψί — δίνει άλλη διάσταση.
- Το πιάτο αυτό τρώγεται καλύτερα χωριάτικη με σαλάτα.
Σχόλια